Κάλλιστος Ware | O ορθόδοξος δρόμος
Μετάφραση: Χρήστος Μακρόπουλος
Εκδόσεις Εν Πλω
Ἡ «γλώσσα» τοῦ φωτός θεμελιώνεται στήν πρόταση τοῦ εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη, «ὁ Θεός εἶναι φῶς, καί δέν ὑπάρχει σ’ αὐτόν καθόλου σκοτάδι» (Α´ Ἰω. 1:5). Ὁ Θεός ἀποκαλύπτεται ὡς φῶς πάνω ἀπ’ ὅλα κατά τή Μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ στό ὄρος Θαβώρ, ὅταν «ἔλαμψε τό πρόσωπό του σάν τόν ἥλιο καί τά ἐνδύματά του ἔγιναν ἄσπρα σάν τό φῶς» (Ματθ. 17:2).
Αὐτό τό θεῖο φῶς πού ἀντίκρισαν οἱ τρεῖς μαθητές ἐπί τοῦ ὄρους –καί τό ὁποῖο ἔχουν δεῖ πολλοί ἅγιοι κατά τήν ὥρα τῆς προσευχῆς τους– δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό τίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ. Μέ ἄλλα λόγια, τό Θαβώρειο φῶς δέν εἶναι οὔτε φυσικό ἤ κτιστό φῶς ἀλλά οὔτε καί ἕνα καθαρῶς μεταφορικό «φῶς τοῦ νοός». Παρόλο πού δέν εἶναι ὑλικό, δέν παύει ὡστόσο νά εἶναι μία ἀντικειμενικά ὑπαρκτή πραγματικότητα.
Οἱ ἄκτιστες ἐνέργειες, ὄντας θεῖες, ὑπερβαίνουν τίς ἀνθρώπινες περιγραφικές δυνάμεις· συνεπῶς, ὀνομάζοντας «φῶς» τίς ἐνέργειες αὐτές, καταφεύγουμε ἀναπόφευκτα στή γλώσσα τοῦ «σημείου» καί τοῦ συμβόλου. Αὐτό δέν σημαίνει πώς καθαυτές οἱ ἐνέργειες εἶναι ἁπλῶς συμβολικές. Ὑπάρχουν ὄντως ἀλλά δέν μποροῦν νά περιγραφοῦν μέ λόγια· ἀναφερόμενοι σέ αὐτές μέ ὅρους «φωτός», χρησιμοποιοῦμε τόν λιγότερο παραπλανητικό ὅρο, ἀλλά ἡ φρασεολογία μας δέν θά πρέπει νά ἑρμηνεύεται κατά κυριολεξία.
Τό θεῖο φῶς, ἄν καί δέν εἶναι φυσικό, μπορεῖ νά γίνει ὁρατό μέ τά σωματικά μας μάτια, ὑπό τήν προϋπόθεση ὅτι οἱ αἰσθήσεις μας ἔχουν μεταμορφωθεῖ ἀπό τή θεία χάρη. Τά μάτια μας δέν ἀτενίζουν τό φῶς μέ τίς σωματικές ἀντιληπτικές ἱκανότητες ἀλλά μέ τή δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού ἐνεργεῖ ἐντός μας. «Τό σῶμα θεώνεται μαζί μέ τήν ψυχή». Ἐκεῖνος πού ἀτενίζει τό θεῖο φῶς κατακλύζεται ἀπό αὐτό πέρα ὥς πέρα, καί τό σῶμα του διαπερνᾶ ἡ λαμπρότητα τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ· γίνεται ὁ ἴδιος φῶς.
Ὁ Βλαδίμηρος Λόσσκυ δέν μιλοῦσε ἁπλῶς μεταφορικά ὅταν ἔγραφε: «Τό πῦρ τῆς χάριτος, πού τό Ἅγιο Πνεῦμα ἔχει ἀνάψει στίς καρδιές τῶν χριστιανῶν, τούς κάνει νά λάμπουν σάν λαμπάδες ἐνώπιον τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ». Οἱ Ὁμιλίες τοῦ Ἁγίου Μακαρίου βεβαιώνουν τά ἀκόλουθα σχετικά μέ τή μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπινου σώματος:
Ὅπως ἀκριβῶς δοξάστηκε τό σῶμα τοῦ Κυρίου ὅταν ἦταν στό ὄρος, καί μεταμορφώθηκε στή δόξα τοῦ Θεοῦ καί σέ ἄπειρο φῶς, ἔτσι καί τά σώματα τῶν ἁγίων δοξάζονται καί λάμπουν σάν ἀστραπή… «Τήν δόξα πού μοῦ ἔδωσες τήν ἔδωσα σέ αὐτούς» (Ἰω. 17:22): ὅπως ἀπό τήν ἴδια φωτιά ἀνάβουν πολλές λυχνίες, ἔτσι καί στά σώματα τῶν ἁγίων, μέλη Χριστοῦ ὄντα, εἶναι ἀνάγκη νά συμβεῖ ὅ,τι καί στόν Χριστό, καί τίποτε ἄλλο… Ἡ ἀνθρώπινη φύση μας μεταμορφώνεται σέ δύναμη Θεοῦ, καί γίνεται φῶς καί φωτιά.
Ο Ορθόδοξος Δρόμος
Το να είσαι χριστιανός σημαίνει να ταξιδεύεις. Οδοιπορούμε στα μονοπάτια του εσωτερικού κόσμου της καρδιάς, σε μια διαδρομή πού δεν μετριέται σε ώρες του ρολογιού ή ημέρες του ημερολογίου, διότι είναι ένα ταξίδι εισόδου στην αιωνιότητα, πέρα απ’ τον χρόνο.
Μια από τις αρχαιότερες ονομασίες για τον Χριστιανισμό ήταν απλά «ἡ Ὁδός». Ο Χριστιανισμός είναι κάτι περισσότερο από μια θεωρία γύρω από το σύμπαν, κάτι παραπάνω από διδαχές γραμμένες στο χαρτί: είναι ένα μονοπάτι στο οποίο οδοιπορούμε – η οδός της ζωής. Πρέπει να πάρουμε τη συνειδητή απόφαση να βαδίσουμε αυτό το μονοπάτι.
Φυσικά, χρειαζόμαστε οδηγίες προτού ξεκινήσουμε. Πρέπει να γνωρίζουμε ποιοι είναι οι οδοδείκτες πού πρέπει να προσέξουμε. Και χρειαζόμαστε συνοδοιπόρους. Χωρίς καθοδήγηση είναι σχεδόν αδύνατον να ξεκινήσουμε το ταξίδι μας. Αλλά οι οδηγίες σε καμιά περίπτωση δεν αρκούν ώστε να καταλάβουμε το πως είναι στην πραγματικότητα ο δρόμος· δεν μπορούν να λειτουργήσουν ως υποκατάστατα της άμεσης, προσωπικής εμπειρίας. Ο καθένας καλείται να επιβεβαιώσει μέσα του αυτό πού διδάχθηκε, να ξαναζήσει την Παράδοση πού παρέλαβε.
Σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να υποδείξει ορισμένους αποφασιστικής σημασίας οδοδείκτες, κάποια ορόσημα του πνευματικού Δρόμου πού ανοίγεται μπροστά μας…
Μετάφραση: Χρήστος Μακρόπουλος