Look Inside

Οι γκουρού, ο νέος και ο γέροντας Παΐσιος

Το βιβλίο είναι αυτοβιογραφικό. Τα γεγονότα που περιγράφονται συνέβησαν σε διάστημα δέκα περίπου χρόνων, και παρουσιάζονται «συμπυκνωμένα». Είναι σαν να τραβάω «φωτογραφίες» στα σημαντικά γεγονότα μόνο, να τα βάζω σε κάποια χρονική σειρά και να σας τα παρουσιάζω με μια κάπως χαλαρή σύνδεση μεταξύ τους. Έτσι αποκτάτε μια συνολική ματιά της ιστορίας και εμβαθύνετε σε επιμέρους ιστορίες… Στο έκτο μέρος του βιβλίου που είναι και το τελευταίο, επιχειρώ μια κριτική ματιά των διαφόρων απόψεων που κυκλοφορούν στη θρησκευτική αγορά του εικοστού αιώνα… Όπως γνωρίζετε, ζούμε στην εποχή της διαφήμισης και όχι της ποιότητας των προϊόντων. Εγώ προσπαθώ να λειτουργήσω ως σκεπτόμενος άνθρωπος απέναντι στα θρησκευτικά προϊόντα, οπωσδήποτε όμως σκέφτομαι κάτω από το φως των εμπειριών που έζησα… (από τον πρόλογο του συγγραφέα).

Έκδοση 21η: 06/2024

Από το βιβλίο:

ΣΤΟ ΑΣΡΑΜ ΤΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ ΤΩΝ ΔΑΣΚΑΛΩΝ
…Ήταν απόγευμα πια και άρχισα να ανεβαίνω τα απότομα σκαλοπάτια, για να φτάσω στην κορυφή που βρισκόταν το άσραμ. Με προσπέρασε τρέχοντας ένας ολόγυμνος Δυτικός, άντρας γύρω στα τριάντα, που τουρτούριζε από το κρύο, γιατί μόλις είχε βγεί από τα παγωμένα νερά του ποταμού. Είχα διαβάσει για τα κρύα παρατεταμένα μπάνια που κάναν οι γιόγκι συνδυασμένα με μερικές ασάνες (πόζες), για να προκαλέσουν πίεση και διέγερση ορισμένων ορμονικών αδένων, ώστε ν’ αλλάξει η βιοχημεία του σώματος. Όλα αυτά που έβλεπα γύρω μου θύμιζαν γνώσεις που είχα, ήταν πράγματα που ήθελα, είχα την επιθυμία να κάνω χρόνια τώρα… Η πρακτική εφαρμογή… η ζωή της γιόγκα,… της μαγείας. Η Μαγεία για μένα είχε θετική έννοια τότε. Όμως… ο γέροντας, το Άγιον Όρος, οι «Χριστιανικές» εμπειρίες φώναζαν το αντίθετο. Προειδοποιούσαν για το Διάβολο που εξαπατά, που μεταμορφώνεται σε άγγελο φωτός, προκειμένου να εξαπατήσει. Δεν πίστευα. Αμφιταλαντευόμουν ανάμεσα στα δύο, δε γνώριζα τι είναι τι. Γι’ αυτό είχα έρθει στην Ινδία. Για να καταλάβω.
Καθώς ανέβαινα τα σκαλοπάτια, φοβισμένος, έκπληκτος, γεμάτος περιέργεια και απορία, ένοιωσα να με πλησιάζει αοράτως μια ύπαρξη που με παρηγόρησε και με γαλήνεψε και με στήριξε, ενώ ταυτόχρονα άκουσα ολοκάθαρα μέσα στο νου μου μια φωνή να λέει: «Μη προσκυνήσεις τα είδωλα ουδέ μη λατρεύσεις αυτά. Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου ούκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού».
Η πρώτη εντολή που είχε δώσει ο Θεός στο Μωυσή στο όρος Σινά!!! Εκείνη τη στιγμή ήμουν τόσο ήσυχος και καταλάβαινα τόσο βαθειά το νόημα της εντολής, που απορροφήθηκα από το νόημά της και όχι από τον περίεργο τρόπο που ήρθε σε μένα. Σήμερα πιστεύω ότι ήταν Άγγελος.
Ενώ ακόμα η φωνή αντηχούσε στο νού μου, τα σκαλοπάτια τελείωσαν και ήρθα φάτσα με φάτσα με έναν υπαίθριο, μικρό, ινδουιστικό ναό. Εκεί υπήρχαν οι διάφορες θεότητες του Ινδουιστικού πανθέου. Ένας «θεός» είχε ανθρώπινο σώμα και κεφάλι ελέφαντα, άλλος ήταν ανθρωπόμορφη μαϊμού, ο άλλος με 6 χέρια και 4 πόδια και άλλα διάφορα αγάλματα που δέχονταν λατρεία από τους κατοίκους του άσραμ. -«Αν δεν είναι αυτά είδωλα, τότε ποιά είναι;». Αναρωτήθηκα. Ήταν μια αποκάλυψη αυτό για μένα. Οι άνθρωποι ήταν ειδωλολάτρες!! Όπως οι αρχαίοι Έλληνες… όπως οι αρχαίοι λαοί προ Χριστού. Ταυτόχρονα κατάλαβα κάτι, που το ξεχνούσα κάποιες φορές αργότερα. Η μία πλευρά τουλάχιστον, η Ορθοδοξία, ήταν κάθετη. Ξεκάθαρα έλεγε ότι δεν έχουμε σχέση πνευματική μ’ όλους αυτούς. Μάλιστα έπαιρνε και θέση αντιθετική. Ένα καθαρό ΟΧΙ. Ενώ οι Ινδουιστές προσπαθούσαν να παρουσιάσουν τα πράγματα μ’ έναν τρόπο που έλεγε ότι όλοι είμαστε το ίδιο περίπου και ότι υπάρχουν μερικοί μικρόμυαλοι φανατισμένοι που δε θέλουν να το παραδεχθούν. Μου είχε γίνει φανερό ότι αυτή η στάση τους ήταν παραπλανητική. Το όχι δεν το έλεγε κάποιος μικρόμυαλος παπάς ή καλόγερος, το έλεγε ο Ίδιος ο Θεός μέσα από τις εντολές που έδωσε στον προφήτη Μωυσή, κοίτα την Παλαιά Διαθήκη. Οι πιο βασικές εντολές ήταν ενάντια στην πολυθεΐα και την ειδωλολατρεία. «Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός σου, ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού». Δηλαδή, «Εγώ είμαι ο Θεός, δεν υπάρχουν άλλοι θεοί εκτός από Εμένα». Τι πιο ξεκάθαρο απ’ αυτό; Γιατί το έκρυβαν αυτό οι Ινδουιστές; Γιατί διαστρέβλωναν την πίστη των αντιπάλων τους; Γιατί επέμεναν να παρουσιάζουν διαφορετικά τα πράγματα; Για ποια ομοιότητα μιλούσαν, όταν υπήρχαν τόσο μεγάλες διαφορές;
Τι σχέση είχε ο Σίβα ή ο Γκανέσα με το ελεφαντίσιο κεφάλι ή ο άλλος που ήταν μαϊμού με το Θεό της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης; Όλοι αυτοί μοιάζαν πιο πολύ με το αρχαίο Δωδεκάθεο, με το θεό- πατέρα Δία και με το πλήθος των άλλων θεών και ημιθέων. Καμιά σχέση με τον Ένα, το Μοναδικό Θεό, τον Ποιητή του ουρανού και της γης. Δυστυχώς αυτό που μου έγινε ξεκάθαρο εκείνη τη στιγμή, το ξέχασα, το μπέρδεψα ή με μπέρδεψαν αργότερα.
Προσέξτε τη συμπεριφορά τους. Αξίζει τον κόπο. Για να μπει κανείς στο άσραμ, έπρεπε να περάσει υποχρεωτικά μέσα από το μικρό αυτό υπαίθριο ναό. Δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Με σταμάτησαν και μου είπαν να βγάλω τα παπούτσια και να περάσω ξυπόλυτος όσο είμαι στο ναό, γιατί ο τόπος είναι ιερός. Τα αγάλματα ήταν στολισμένα με λουλούδια και άλλα αφιερώματα. Αν αυτό δεν είναι λατρεία στα είδωλα, τότε τι είναι;
Προχώρησα πιο μέσα στο ναό, με τα παπούτσια στο χέρι και είδα ένα άγαλμα κατάμαυρο, γυαλιστερό που το μόνο άσπρο που είχε πάνω του ήταν το ασπράδι των ματιών. Έδειχνε ένα χοντρό, νέο άνθρωπο στη στάση του λωτού. Αργότερα έμαθα ότι το στιλβωτό, αστραφτερό, κατάμαυρο άγαλμα παρίστανε τον Babaji και το είχαν φτιάξει οι μαθητές του από την Ιταλία. Ήταν και αυτό στο ιερό και το λάτρευαν μαζί με τ’ άλλα αγάλματα. Ήταν από πορσελάνη. Οι άνθρωποι του άσραμ πίστευαν ότι ο Babaji ήταν θεός!!!… Μάλιστα Θεός!!!… ενσαρκωμένος!!! Γι’ αυτό τον λάτρευαν κάθε πρωί και βράδυ. Περνούσαν όλοι ένας- ένας από μπροστά του, ενώ αυτός καθόταν αναπαυτικά σε μια εξέδρα και τον προσκυνούσαν, ξαπλώνοντας στο χώμα μπροστά του και δίνοντάς του δώρα. Αυτός τα έπαιρνε και τους έδινε πίσω ένα μέρος, μαζί με την «ευλογία» του. Όλη αυτή η διαδικασία κρατούσε γύρω στις δύο ώρες, ίσως και περισσότερο.
Σε διάφορα εμφανή μέρη του άσραμ υπήρχε κρεμασμένη η φωτογραφία των ποδιών του, όπου φαίνονταν υποτίθεται τα σημάδια από τα οποία οι άλλοι γιόγκι, οι υπόλοιποι γκουρού, ως το Δάσκαλο των δασκάλων, ως ένα Αβατάρ, ως την ενσάρκωση του Babaji . Εγώ έβλεπα μόνο ένα ζευγάρι γυμνά παχουλά πόδια και αναρωτιόμουν πόσοι γνώριζαν τα σημάδια που θα έπρεπε να αναγνωρίσουν ή αν υπήρχαν καν τέτοια σημάδια και δεν ήταν όλη η ιστορία απλά για υποβολή και εντυπωσιασμό. Μία ακόμη λεπτομέρεια στο όλο ντεκόρ. Αυτό που μου έκανε εντύπωση ήταν μια ζωγραφιά. Φλόγες σχημάτιζαν μια καρδιά με έντονα κόκκινα και πορτοκαλί χρώματα, που υπήρχε σε πολλά σημεία στα διάφορα οικήματα. Ήταν το έμβλημα του γκουρού απ’ ό,τι κατάλαβα. Με τις φίλες μου είχαμε χωρίσει. Αλλού έμενα εγώ, αλλού αυτές. Οι Δυτικοί (Ευρωπαίοι, Αμερικανοί, μαύροι) ήταν τουλάχιστον οι μισοί, αν όχι παραπάνω, από τους κατοίκους του άσραμ. Υπήρχε κάτι κοινό σε όλους εμάς.
Μοιράστηκε το φαγητό, φάγαμε σκόρπιοι κατά ομάδες και μετά αρχίσαμε να μαζευόμαστε σ’ ένα παλιό οίκημα με χοντρές κολόνες και στέγη, χωρίς τοίχους, ανοιχτό από τις 3 πλευρές.Ήμουν από τους πρώτους που πήγα σ’ αυτό το οίκημα. Με τράβηξε η μουσική από δύο μικρά τυμπανάκια. Κάποιος έψαλλε κιρτάν, θρησκευτικούς ινδουιστικούς ύμνους. Σε λίγο μαζεύτηκαν όλοι και γεμίσαμε το χώρο πυκνά, όρθιοι, ο ένας δίπλα στον άλλο. Ήρθε και ο Babaji με τη συνοδεία του, που πρέπει να ήταν αυτοί οι 5-6 ίδιοι γιόγκι πάντοτε. Ένας κύκλος πιο στενών μαθητών του. Μου έκανε εντύπωση ότι όλοι τους ήταν Δυτικοί, λευκοί. Κάθισε, ξάπλωσε στην εξέδρα και άρχισαν να περνούν από μπροστά του… να τον προσκυνούν και να τον δωρίζουν. Ήταν τόσο… περίεργος που δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω του. Είχα πάλι τα ίδια αισθήματα με την πρώτη φορά, μόνο που τώρα ήμουν δεκαπέντε μέτρα μακριά του. Τον κοιτούσα και προσπαθούσα να καταλάβω τι ήταν. Να βγάλω ένα συμπέρασμα γι’ αυτό το παράξενο πλάσμα. Απορροφούσα κάθε λεπτομέρεια από τις κινήσεις του, κάθε πληροφορία από τις εκφράσεις του. Αναγνώρισα πολλά που διάβαζα σε μαγικά βιβλία να εξασκούνται συνεχώς απ’ αυτόν. Πίσω του στον τοίχο κρεμασμένο ένα μεγάλο πανί κεντημένο παρίστανε ένα βουνό με τρεις κορυφές και έναν ήλιο με πολύ ιδιόμορφο σχήμα. Αναγνώρισα αμέσως αυτό που είχα δει και διαβάσει σ’ ένα βιβλίο στην Ελλάδα περί μαγείας.
Ήταν το σύμβολο της υψηλής Μαγείας.
Η λατρεία που του έδειχνε ο καθένας διέφερε σε ένταση και βάθος. Πάντως όλοι πρόσεχαν αυτόν. Με πλησίασαν τρεις φορές και με παρεκίνησαν να πάω κι’ εγώ να τον προσκυνήσω. Δεν το έκανα. Προσπαθούσα μόνο να τον κοιτάξω κατάματα.
Κάποια στιγμή τα βλέμματά μας διασταυρώθηκαν. Αυτός δεν κοίταξε εμένα συγκεκριμένα. Το βλέμμα του περιφερόταν μέσα στην αίθουσα, δε σταμάτησε πάνω μου, απλά για μια στιγμή πέρασε το βλέμμα του μέσα από το δικό μου.
Ε!… εκείνη τη στιγμή εγώ έχασα το περιβάλλον μου, έπεσα σε «έκσταση»!!…(;) Σαν να έβλεπα μέσα στο στήθος μου. Μέσα στο σκοτάδι… είδα με ζωηρότατα χρώματα την καρδιά μου μέσα στις φλόγες.
Το ίδιο ξαφνικά συνήλθα και είχα συνείδηση του τι μου είχε συμβεί. Συνέχισα να τον παρακολουθώ πιο εντυπωσιασμένος. Πάλι ήρθε κάποιος και μου είπε να πάω και εγώ μπροστά του. Να κάνω τι;… Μα ό,τι και όλοι οι υπόλοιποι… να τον προσκυνήσω. Δεν πήγα… Δεν ήξερα ποιος ήταν. Φοβόμουν…γιατί έπρεπε να προσκυνήσω δηλαδή;…
Ξαφνικά εκεί που ήταν χαλαρωμένος ο Babaji σηκώθηκε και πήρε τη στάση του λωτού με μεγάλη ένταση και εγρήγορση και τα μάτια του έγιναν πολύ έντονα σαν μαύρο αστραφτερό κάρβουνο. Μπροστά του βρισκόταν κάποιος που τον λάτρευε πολύ βαθειά και έντονα, πράγμα που εκδήλωνε με τις κινήσεις του και το όλο του παρουσιαστικό και τις επανειλημμένες μετάνοιες, χωρίς κανένα ενδοιασμό. Του προσέφερε πολλά δώρα, πλουσιώτατα.
Tότε ο Babaji στύλωσε τα μάτια του πάνω του με δύναμη. Ο άνθρωπος ένωσε σφιχτά τα χέρια μπροστά στο στήθος του και τα πόδια του μεταξύ τους. Έγινε σαν κολόνα. Ταυτόχρονα άρχισε να τρέμει και να χοροπηδά επί τόπου μ’ ένα αφύσικο τρόπο, λες και είχε σούστες κάτω από τ’ αλύγιστα πόδια του, ενώ ταυτόχρονα μούγκριζε δυνατά. Τι μούγκρισμα ήταν εκείνο! Δυνατό! Σου έπαιρνε τα αυτιά. Σαν καμιά πληγωμένη και θυμωμένη αγελάδα. Τον κράτησε για ένα λεπτό περίπου σ΄ αυτή την κατάσταση. Μετά τον «άφησε» για λίγο και, πριν ο άνθρωπος συνέλθει τον «ξανάπιασε» πιο δυνατά αυτή τη φορά. Κουνιόταν εκεί μπροστά μου σαν κομπρεσέρ και μούγκριζε πολύ δυνατά. Όλοι είχαν μείνει άφωνοι και κοιτούσαν έκπληκτοι. Τι γινόταν μπροστά μου; τι έβλεπαν τα μάτια μου;… Μετά τον άφησε τελείως και συνέχισε να περνάει κόσμος από μπροστά του, ενώ αυτός πήρε τη συνηθισμένη χαλαρή μισοξαπλωτή θέση του. Μια κοπέλα δίπλα του μίλησε στο πλήθος και είπε ότι ο Babaji μόλις άρχισε τη «φώτιση» σ΄αυτό τον άνθρωπο!!!… Εγώ όμως βρισκόμουν σε δίλημμα. Σύμφωνα με την Ινδουιστική κοσμοθεωρία, για να φτάσει κανείς στη «φώτιση», το «Σαμαντί» ή όπως αλλιώς το βαφτίζουν, χρειάζονταν πολλές προσπάθειες και έπρεπε να ζήσει κανείς πολλές ζωές ως γιόγκι. Ο Babaji τη «χάρισε» σ΄ αυτόν τον άνθρωπο μέσα σε λίγα λεπτά. Συντόμευσε την πνευματική του εξέλιξη κατά πολλούς κύκλους μετεμψύχωσης. Δεν ήταν αυτό μια ακόμη απόδειξη ότι ήταν…θεός;…Αυτό δεν έλεγαν οι πράξεις του;…Έτσι σκεφτόταν ο καθένας που είχε ασπασθεί την Ινδουιστική κοσμοθεωρία. Η χριστιανική άποψη ήταν ότι ο υπερφυσικός γκουρού ήταν όντως υπερφυσικός, γιατί ήταν δαιμονισμένος. Είχε επιτρέψει δηλαδή να κατοικήσουν μέσα στην ανθρώπινη ψυχή του δαιμονικά πνεύματα. Η δύναμη που εκδηλωνόταν από μέσα του ήταν η πνευματική δύναμη των δαιμόνων.
Ο άνθρωπος που τον λάτρεψε, λάτρεψε τους Δαίμονες που κατοικούσαν μέσα του και έτσι τους έδωσε το δικαίωμα να μπουν και μέσα στην δική του ψυχή. Το «φαινόμενο» που παρακολουθήσαμε δηλαδή ήταν η διαδικασία της κατάληψης της ψυχής του από τα δαιμόνια. Οι άλλοι που τον προσκυνούσαν δεχόντουσαν απλά μια δαιμονική επίδραση, άλλος πιο έντονα, άλλος λιγότερο, όχι όμως δαιμονοποίηση…όχι κατάληψη της ψυχής τους από τα δαιμόνια. Ποια από τις δύο απόψεις ήταν η αλήθεια;…Η αντίθεση των δύο απόψεων ήταν οξύτατη. Τι ήταν «ο δάσκαλος των δασκάλων»;… Μάγος ή Άγιος; Θεός ή δαίμονας; Έπρεπε να βρω έναν τρόπο, ένα «κριτήριο» για να κρίνω, ένα «ζύγι» για να ζυγίσω, ένα «μέτρο» για να μετρήσω.
Σε λίγο σηκώθηκε μαζί με τους μαθητές του και έφυγε. Πέρασε από μπροστά μου, χωρίς να τον καταλάβω, αν και προσπαθούσα να τον δω από κοντά. Είδα μόνο την πλάτη του. «Κράτησε» το νου μου και δε μου επέτρεψε να τον κοιτάξω, όταν πέρασε από δίπλα μου.
Κάνοντας βόλτα μέσα στον χώρο του άσραμ, συνάντησα τη φίλη μου τη Ν. Ήταν έκπληκτη και καταθορυβημένη. Μου είπε ότι η Χ., η άλλη φίλη μας, είχε πέσει στο κρεβάτι άρρωστη και έχανε πολύ αίμα λόγω εμμήνου ρύσεως, αλλά αφύσικα πολύ αίμα, δεν το κουνούσε από κει και ήταν πολύ φοβισμένη. Όλες οι γυναίκες λέει κοιμούνταν κάτω από το δωμάτιο του Babaji. Και έκανε διάφορα σχόλια άσεμνα γι΄ αυτό. Το έρριχνε στην πλάκα. Αφού τα είπαμε, λίγο χωρίσαμε.
Το δωμάτιο που έμενε o Babaji ήταν απομονωμένο από τα υπόλοιπα κτήρια, είχε ιδιαίτερη είσοδο και ήταν στολισμένο εξωτερικά με πολύχρωμα γυαλιστερά πλακάκια. Πολύ γύφτικο για τα γούστα μου. Στην είσοδο με σταμάτησε κάποιος Ευρωπαίος. «Εδώ δεν μπορείς να μπεις» είπε και μου εξήγησε τα σχετικά. Ο άνθρωπος ντρεπόταν και ήταν μουδιασμένος. Ο λόγος ήταν ότι παρουσίαζε ένα γελοίο θέαμα. Κρατούσε ένα καλάμι στο χέρι, φορούσε ένα αστείο σκουφάκι και είχε μια ψάθα για ασπίδα. Του είχαν αναθέσει να φυλάει την είσοδο του Babaji . Ένοιωθε άσχημα και ήθελε να δικαιολογηθεί.
Τον λυπήθηκα. Κάθισα λίγο μαζί του και μου είπε την ιστορία του. Γνώριζε κάμποσα χρόνια τον γκουρού. Ήθελε να πάρει κάποια προαγωγή στην εταιρεία του, και γι΄ αυτό ήρθε να παρακαλέσει τον Babaji να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις του, γι΄ αυτό το λόγο. «Φυσικά θα μπορούσα να γράψω ένα γράμμα μόνο, αλλά προτίμησα να έρθω ο ίδιος», είπε. Γι’ αυτό άραγε δεχόταν αυτό το γελοίο ρόλο;… Επίτηδες τον γελοιοποιούσαν ή τον συνήθιζαν έτσι στην απόλυτη υπακοή και επέβαλαν την εξουσία τους πάνω του μ’ αυτό τον τρόπο; Το βράδυ κοιμήθηκα σ’ ένα μεγάλο δωμάτιο, με άλλα δέκα άτομα. Όλοι περίπου είχαμε την ίδια ηλικία. Όλοι είχαμε τα σακίδια και τους υπνόσακους και φαντάζομαι τον ίδιο πάνω-κάτω τρόπο ζωής και νοοτροπίας.
Κάποιος απ’ αυτούς μου είπε ότι έβγαζε το ψωμί του διδάσκοντας στην Αμερική τους ανθρώπους να αναπνέουν. Δηλαδή αναπνευστικές κινήσεις γιόγκα! Επάγγελμα και αυτό! Σιγά-σιγά θα μας διδάσκουν πώς να περπατάμε, σκέφτηκα!
Το πρωί ξύπνησα, με την ανατολή και ανέβηκα σ’ ένα λόφο έξω από το άσραμ, όπου συνάντησα την Ν. να μου λέει ότι έχουμε αργήσει και πρέπει οπωσδήποτε να πάμε στην πρωινή τελετή μπροστά στον γκουρού. Μας κάναν μάλιστα παρατήρηση, γιατί αργήσαμε, αυτό δεν επιτρεπόταν. Ήταν ασέβεια στο πρόσωπό του.
Αυτή τη φορά ο Babaji δεχόταν τους μαθητές του στην αυλή του δωματίου του . Μπήκαμε και εμείς εκεί. Ήταν λίγο στενά. Κάθισα προς τα πίσω και παρακολουθούσα όλος με απορία. Κάποιος μου έκανε παρατήρηση έντονη, γιατί υπήρχε ένα μικρό ιερό με φωτογραφίες και ζωγραφιές ανθρωπόμορφων ζώων ή ζωόμορφων ανθρώπων που ήταν θεοί. Κι’ εγώ χωρίς να έχω πρόθεση τους… πρόσβαλα καθήμενος μέσα στο χώρο του ιερού.
Πάλι τα ίδια. Η θέα αυτού του πλάσματος ήταν αλλόκοτη. Έβλεπες μπροστά ένα θέαμα φοβερό. Από την άλλη μεριά ήταν μόνο ένας χοντρός νέος άνθρωπος.
Κοιτούσα, προσπαθούσα κάτι να καταλάβω, κάποιο στοιχείο που θα μου έδινε πληροφορίες. Και ήρθε…Πιστεύω ότι τα μικρά παιδιά, σαν πιο αγαθά έχουν καλύτερο ένστικτο από τους μεγάλους. Νοιώθουν πιο άμεσα τα συναισθήματα. Βιώνουν τον κόσμο μέσα από την καρδιά. Το μυαλό δεν τα μπερδεύει με διάφορα διανοήματα που μπορεί να μην έχουν καμία υπόσταση. Ήταν λοιπόν ένα ζευγάρι Αυστραλοί, στη μέση της ουράς περίπου. Είχαν ένα μικρό τεσσάρων χρονών. Ξαφνικά ο Babaji ζήτησε να του φέρουν το παιδί. Πράγματι, το πήρε από τους γονείς ένας γιόγκι της συνοδείας του να το πάει.
Μόλις το παιδί τον πλησίασε, άρχισε να κλαίει να τσιρίζει, να χτυπιέται και να προσπαθεί να φύγει μακριά του. Μου έσκισαν την καρδιά τα κλάματά του. Οι γονείς του καθόντουσαν χωρίς καμία αντίδραση. Το πήρε ο γκουρού το παιδί στην αγκαλιά του, έβαλε τον αντίχειρά του στο στόμα του παιδιού, και τον δείκτη του ανάμεσα στα φρύδια του, και το παιδί τελείως απότομα… κοιμήθηκε. Ύπνος ήταν ή τίποτε άλλο; (π.χ. ύπνωση;). Το κράτησε το παιδί σχεδόν όλη την ώρα της τελετής σ’ αυτή την κατάσταση.
Η άρνηση του παιδιού και ο φόβος του μου έκαναν εντύπωση. Θυμήθηκα από το Ευαγγέλιο, με πόση χαρά και εμπιστοσύνη αγκάλιαζαν τα παιδιά το Χριστό.
Πάλι μας πλησίασαν… πάλι μας προέτρεψαν να πάμε να τον προσκυνήσουμε… Δεν πήγαμε!!! Ούτε εγώ, ούτε η φίλη μου. Η άλλη η φίλη μας ήταν ξαπλωμένη και δεν το κουνούσε από το κρεβάτι. Το αίμα που έχανε ήταν ένας καθαρισμός. Ευλογία του γκουρού!!… Αυτή την εξήγηση είχαν δώσει.
Πέρασαν όλοι από μπροστά του, εκτός από εμάς, και μετά σκορπίσαμε. Μας βρήκαν ύστερα από λίγο και μας είπαν να φύγουμε από το άσραμ. Δεν τους άρεσε η συμπεριφορά μας! Τι είχαμε κάνει; Επειδή δεν προσκυνήσαμε;!!… Η φίλη μου με ανακούφιση και χαρά πήγε να ετοιμάσει τα πράγματά της.
Εγώ έπεσα σε δίλημμα. Να φύγω; Χωρίς να βγάλω συμπέρασμα; Χωρίς να καταλήξω κάπου; Μα γι’ αυτό είχα έρθει στην Ινδία. Να φύγω με άδεια χέρια;
Ζήτησα να δω τον γκουρού. Πήγαν να ρωτήσουν και σε λίγο γύρισαν να με οδηγήσουν κοντά του. Καθώς έμπαινα στην αυλή του, έκανα το σταυρό μου και ζήτησα βοήθεια από το Θεό. Δεν ξέρω τι μου έκανε από μακριά, αλλά το μυαλό μου δεν λειτουργούσε καλά. Κάπως σαν να …έφυγε. Βρέθηκα να προχωρώ προς το μέρος του. Όταν έφτασα στα δύο μέτρα, κοίταζα να καθίσω κάπου, γιατί νόμιζα ότι θα συζητούσαμε.
Με κοίταξε άγρια…φοβισμένα…και με αηδία. Μάζεψε τα πόδια του και έστρεψε το πρόσωπό του στο πλάι, σαν να μην ήθελε να με δει, σαν να με φοβόταν, σαν να με σιχαινόταν και στρίγκλισε δυνατά.
Get out! (Φύγε).
Τα έχασα ακόμη πιο πολύ. Κοίταξα με απορία.
Get out ! στρίγκλισε δυνατότερα.
Only one question …(Μόνο μια ερώτηση), είπα
No questions, here ! Get out (Δεν έχει ερωτήσεις εδώ. Φύγε!).
Έκανα μεταβολή και έφυγα ζαλισμένος.
Ήμουν γεμάτος απορία. Τι συμπεριφορά ήταν αυτή;
…Συνάντησα τις φίλες μου, τυχαία βγαίνοντας έξω από την αυλόπορτα του.
-Εμείς φεύγουμε οπωσδήποτε, εσύ θα έρθεις;
«Άντε να φύγω και ξανάρχομαι, αν θέλω», σκέφτηκα και πήραμε το δρόμο του γυρισμού.
Οι φίλες μου ήταν φεμινίστριες. Με το Χριστιανισμό είχαν εχθρικές μάλλον σχέσεις, ενώ έβλεπαν με κάποια θετική διάθεση τα διάφορα περί τη γιόγκα και τη μαγεία. Γι’ αυτό μου έκανε εντύπωση η διαπίστωση και η παραδοχή που έκανε μία από αυτές.
-Καλέ, τι ήταν αυτός;…Πέσε και προσκύνησέ με!…Ενώ η δικιά μας η θρησκεία είναι γλυκιά. Αυτός έχει μια αγριίλα.
Την κοίταξα παραξενεμένος. Είχε ξεπεράσει την ιδεολογία της.
Στην επιστροφή βρεθήκαμε μ’ ένα βραχμάνο, μαθητή του γκουρού και μία Ολλανδέζα που έμενε χρόνια στην Ινδία, μαθήτριά του και αυτή.
Ο βραχμάνος εκδήλωνε φανερά το ρατσισμό του απέναντι στους Ινδούς χαμηλότερης κάστας. Μας προσκάλεσε να μας φιλοξενήσει στο σπίτι του. Κάπου στους πρόποδες των Ιμαλαΐων. Μας είπε ότι η γυναίκα του είναι τρελή. Θεωρούσε την τρέλα ιερή. Με είχε τόσο πολύ ενοχλήσει η περιφρόνηση που έδειχνε στους συμπατριώτες του που αρνήθηκα την προσφορά του, προς μεγάλη έκπληξη της Ολλανδέζας μαθήτριας του Babaji .
Τελικά με τη βοήθεια της Ολλανδέζας γυρίσαμε στην πρωτεύουσα, στο Νέο Δελχί. Μείναμε, πληρώνοντας όσο σ’ ένα καλό ξενοδοχείο, στο άσραμ του Σρι Αουρομπίνο.

Weight 0,950 kg
Dimensions 17 × 3 × 24 cm
Εξώφυλλο

Σελίδες

Χρονολογία εκδόσης

ISBN

9786188276604

Author

Διονύσιος Φαρασιώτης

Publisher

Έκδοση Ρακοβαλής Αθανάσιος

Reviews

There are no reviews yet.

Be the first to review “Οι γκουρού, ο νέος και ο γέροντας Παΐσιος”

You may also like…